Υπάρχουν βιβλία που τα κλείνεις και νιώθεις πως βγήκες από ένα όνειρο. Το «Τέσσερα ερωτικά γράμματα» από τις Εκδόσεις Δώμα, ήταν ακριβώς αυτό για μένα. Από την πρώτη φράση, κατάλαβα ότι δεν κρατάω ένα συνηθισμένο ερωτικό μυθιστόρημα, αλλά μια ιστορία που κοιτάζει την αγάπη, την πίστη και τη μοίρα κατάματα.

Ο πυρήνας της ιστορίας είναι δύο ζωές που κινούνται για χρόνια παράλληλα, λες και κάποιος «από πάνω» τις σπρώχνει σιγά-σιγά τη μία προς την άλλη. Ο Νίκολας μεγαλώνει στο Δουβλίνο μ’ έναν πατέρα που εγκαταλείπει τη σιγουριά της δημόσιας υπηρεσίας όταν «ο Θεός» του λέει να γίνει ζωγράφος. Η απόφαση αυτή γκρεμίζει την οικονομική και ψυχική ασφάλεια της οικογένειας και ο μικρός Νίκολας βλέπει το σπίτι του να παγώνει, τη μητέρα του να χάνεται στην αγωνία και τον ίδιο να προσπαθεί να καταλάβει τι σημαίνει να ζεις μ’ έναν άνθρωπο που έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στην τέχνη ή στην τρέλα.

Μακριά, σ’ ένα μικρό νησί στα δυτικά της Ιρλανδίας, μεγαλώνει η Ίζαμπελ. Γεννιέται μέσα στο φως, στη θάλασσα και στον αέρα που μυρίζει αλάτι. Στο πλευρό της έχει τον Σων, τον αδελφό της, ένα παιδί σχεδόν θαυματουργό, που μπορεί να παίξει οποιοδήποτε όργανο ακουμπήσει στα χέρια του. Εκεί, πάνω στα βράχια της ακτής, ο Σων παθαίνει μια επιλιπτική κρίση την ώρα που εκείνη χορεύει και η Ίζαμπελ κουβαλά από τότε την ενοχή ότι κάπως φταίει η ίδια. Είναι ένα από τα πρώτα σημάδια πως, σε αυτό το βιβλίο, η αγάπη και ο πόνος δεν χωρίζονται εύκολα.

Ο συγγραφέας Niall Williams μας αφηγείται τις ζωές τους ξεχωριστά, τη δύσκολη, σχεδόν μυστικιστική πορεία του Νίκολας δίπλα σ’ έναν πατέρα που ζωγραφίζει «εικόνες λυσσασμένου χρώματος», και την πορεία της Ίζαμπελ από το νησί στο οικοτροφείο του Γκόλγουεϋ, μέσα σ’ έναν κόσμο όπου η γυναικεία επιθυμία και η ελευθερία δεν χωρούν εύκολα στα κουτάκια της καθολικής κοινωνίας της εποχής. Κάθε κεφάλαιο χτίζει ένα αόρατο νήμα μεταξύ τους, μέχρι τη στιγμή που ο Νίκολας γράφει: «Έτσι ήρθα να δω την Ίζαμπελ Γκορ για πρώτη φορά.»

Ο τίτλος δεν είναι τυχαίος. Τα «τέσσερα γράμματα της αγάπης» είναι τα γράμματα που στέλνει ο Νίκολας στην Ίζαμπελ, γράμματα που χάνονται, καίγονται, πνίγονται, παρανοούνται. Σε μια από τις πιο συγκινητικές σκηνές, η μητέρα της Ίζαμπελ ανοίγει κρυφά ένα φάκελο που κρατά στα χέρια της. Μέσα υπάρχει μόνο μία λέξη, στο κέντρο της σελίδας: Αγάπη. Τίποτα άλλο. Εκείνη κάθεται μπροστά στη φωτιά, κρατά τη σελίδα στην αγκαλιά της και προσπαθεί να αποφασίσει αν θα τη σώσει ή θα την ταΐσει στις φλόγες, γνωρίζοντας ότι μ’ αυτή τη μικρή κίνηση μπορεί να αλλάξει τη ζωή της κόρης της.

Ο συγγραφέας περιγράφει τον πατέρα του Νίκολας σαν «χρώμα του ανέμου» και τον ουρανό με τέτοια λεπτομέρεια, που σχεδόν ακούς το πινέλο να ξύνει τον καμβά. Ταυτόχρονα, δεν φοβάται να βάλει το υπερφυσικό μέσα στην καθημερινότητα: άγγελοι, άλογα με φτερά, μυρωδιές από τριαντάφυλλα και ευκάλυπτο ξεπηδούν σε σκηνές που υποτίθεται ότι είναι «ρεαλιστικές». Η φύση και το θαύμα συνωμοτούν, κάνει θαύματα να συμβαίνουν και αφήνει τους ήρωες να μιλούν μεταξύ τους χωρίς λόγια.

Κι όμως, μέσα σε όλη αυτή τη μαγεία, δεν λείπει η καθημερινότητα, «γκρι κοστούμια», στοιβαγμένα φλιτζάνια, ψωμί με λίγο μόνο βούτυρο, λογαριασμοί που δεν πληρώνονται ποτέ. Ο συγγραφέας φωτίζει τις πιο ταπεινές στιγμές, ένα πρωινό σε μια κουζίνα, μια διαδρομή με το λεωφορείο, ένα δωμάτιο γεμάτο υγρασία και τις κάνει να ακτινοβολούν, σαν να άναψε κάποιος έναν μικρό προβολέα πάνω τους.

Το βιβλίο «Τέσσερα ερωτικά γράμματα» είναι πάνω απ’ όλα ένα βιβλίο για το πώς η αγάπη παίρνει δεκάδες μορφές: ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, ανάμεσα σε αδέρφια, ανάμεσα σε ανθρώπους που μένουν ή φεύγουν, ανάμεσα σε όσους αγαπούν τον τόπο τους, τον Θεό τους, την τέχνη τους. Είναι ένα μυθιστόρημα που πιστεύει βαθιά στη μοίρα, αλλά δεν την ωραιοποιεί. Μιλά για το πώς η ζωή μπορεί να είναι άδικη, σκληρή, τυχαία και ταυτόχρονα γεμάτη από μικρά, απίθανα θαύματα που σε σπρώχνουν προς τους ανθρώπους που είναι «γραμμένοι» για σένα.

Δεν είναι ένα βιβλίο που το διαβάζεις βιαστικά. Η πλοκή κυλά σαν παλιό ιρλανδικό τραγούδι, αργά, ρυθμικά, με επαναλήψεις και κορυφώσεις. Θέλει να του αφιερώσεις χρόνο, να σταματήσεις για λίγο, να ξαναδιαβάσεις μια παράγραφο μόνο και μόνο επειδή σου άρεσε. Αν περιμένεις εύκολες απαντήσεις και “happy end” τύπου rom-com, πιθανότατα θα αιφνιδιαστείς. Αν όμως σου αρέσουν τα μυθιστορήματα που σε κάνουν να νιώθεις, να σκέφτεσαι και να πονάς λίγο μαζί με τους ήρωες, τότε εδώ θα βρεις έναν μικρό θησαυρό.

Ως αναγνώστρια, αυτό που κράτησα πιο έντονα είναι η επιμονή του βιβλίου στο ότι η αγάπη δεν είναι ποτέ «λογική» ούτε «βολική». Είναι κάτι που σε αλλάζει, σε διαλύει, σε ξαναφτιάχνει από την αρχή. Ο Νίκολας και η Ίζαμπελ δεν είναι χαριτωμένο ζευγάρι για insta-quote, είναι δύο άνθρωποι γεμάτοι ελαττώματα, φόβους και λάθος επιλογές, που η ζωή τους χτυπά από όλες τις πλευρές. Κι όμως, κάπου ανάμεσα σε γράμματα που δεν φτάνουν, σε καράβια που βουλιάζουν, σε γονείς που προσπαθούν να τους «προστατεύσουν» από τον πόνο, η αγάπη τους βρίσκει τρόπο να επιβιώσει, ακόμα κι αν αλλάζει διαρκώς μορφή.

Αν αγαπάς τις ιστορίες που σέβονται τη νοημοσύνη σου, που γράφονται με λογοτεχνική φροντίδα αλλά μιλούν στην καρδιά με απλές, καθαρές εικόνες, αν θες να χαθείς σε μια ομίχλη ιρλανδικών τοπίων και μεγάλων αισθημάτων, τότε το «Τέσσερα ερωτικά γράμματα» αξίζει να έχει μια θέση στη βιβλιοθήκη σου. Δεν είναι μόνο ένα μυθιστόρημα αγάπης, είναι μια υπενθύμιση ότι, όσο κι αν προσπαθούμε να ελέγξουμε τη ζωή μας, πάντα υπάρχει κάτι, τύχη, Θεός, σύμπαν, πες το όπως θέλεις, που υφαίνει από πίσω την ιστορία μας.

Κι επειδή πιστεύουμε ότι το θέμα αυτό χρειάζεται λιγάκι παραπάνω κουβεντούλα σε προσκαλούμε στη Λέσχη Ανάγνωσης του Little Tree Books & Coffee την Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου στις 18:30!

Ένα ακόμα στοιχείο για τους λάτρεις των ταινιών, το συγκεκριμένο μυθιστόρημα έχει γυριστεί ταινία με τίτλο «Four Letters of Love» το 2024 στο οποίο πρωταγωνιστούν οι Pierce Brosnan, Helena Bonham Carter και Gabriel Byrne, για όποιον θέλει να δει και την κινηματογραφική του εκδοχή.